Εάν θεωρείτε ως επιτυχημένες επιχειρήσεις εκείνες που τολμούν να ρισκάρουν τότε, σκεφτείτε εάν θα θέλατε έναν χειρουργό που του αρέσει να ρισκάρει με τη ζωή σας. Η παραπάνω σύγκριση έχει πολλές περισσότερες ομοιότητες από όσες, ίσως, πιστεύετε κυρίως, ως προς τη βασική προϋπόθεση επιτυχίας της έκβασής τους.
Από τις χρηματοοικονομικές αποφάσεις που έχουν επιπτώσεις στις υπηρεσίες υγείας που λαμβάνουμε έως την μακρινή σε εμάς γεωγραφικά αλλά πολύ κοντά μας ως προς τη σοβαρότητα της απειλής του ιού Έμπολα που αντιμετωπίζει, Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, διαπιστώνει κανείς πως η υγεία έχει περισσότερες συγκλίσεις ως προς τα ζητήματα που την αφορούν παρά αποκλίσεις.
Οι τελευταίες ωστόσο, αφορούν κυρίως τον τρόπο αντιμετώπισής των κοινών ζητημάτων. Αυτός, τις περισσότερες φορές, έχει να κάνει με τη διαθεσιμότητα και το ύψος των οικονομικών πόρων, τη διαθεσιμότητα και την εξέλιξη της τεχνολογίας αλλά και του πολιτικού ακόμη, και του θρησκευτικού περιβάλλοντος της χώρας όπου τα ζητήματα αυτά εμφανίζονται.
Όλοι γνωρίζουμε το ποδόσφαιρο. Είμαστε λίγο-πολύ ενήμεροι για τους κανόνες που αυτό έχει καθώς, αυτοί είναι γνωστοί και σταθεροί από την αρχή και το επιθυμητό αποτέλεσμα είναι ξεκάθαρο. Οι νικητές και οι ηττημένοι είναι εύκολο να διαπιστώσουμε ποιοι είναι. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για ένα μετρήσιμο παιχνίδι.
Στις επιχειρήσεις από την άλλη, καθώς και στην πολιτική, πολύ περισσότερο στην ίδια τη ζωή, οι παίκτες έρχονται και φεύγουν, οι κανόνες είναι ρευστοί και, δεν υπάρχει συγκεκριμένο τελικό επιθυμητό σημείο. Δεν υπάρχουν, με άλλα λόγια, νικητές ή ηττημένοι μόνο, κάποιοι που είναι πιο μπροστά και, κάποιοι άλλοι που είναι πιο πίσω. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για ένα ατέρμονο παιχνίδι.
Ο διαχωρισμός αυτός, που αναδεικνύει ο Simon Sinek στο βιβλίο του “The Infinite Game” είναι, θα μπορούσε να πει κανείς, και η μεγαλύτερη πρόκληση στην «πλοήγηση» μιας επιχείρησης στην αγορά που λέγεται φάρμακο και υγεία.
Η πρόκληση, δηλαδή, της υπέρβασης της φυσικής μας τάσης να προσεγγίζουμε την ατέρμονη αυτή αρένα με πεπερασμένη λογική.
Και, το γεγονός πως οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με το φάρμακο και επενδύουν στις εξαγωγές τους έχουν προϊόντα με παγκόσμια επίδραση συνιστά, αυτή την υπέρβαση ακόμα πιο δύσκολη.
Σε συνέδρια αλλά και σε ομιλίες που στόχο έχουν να εμπνεύσουν το κοινό οι ομιλητές λένε: πάρτε ρίσκα, να είστε ανοιχτοί στην αποτυχία. Όμως, αυτή η λογική καιρό τώρα έχει αρχίσει να με προβληματίζει. Ιδιαίτερα όταν την φέρνω σε σύγκριση με τη δουλειά ενός χειρουργού. Πιο συγκεκριμένα, δεν ξέρω πολλούς ανθρώπους που να θέλουν να τους χειρουργήσει κάποιος που θα αναρωτιέται εάν του αρέσει να παίρνει ρίσκα.
Ωστόσο, ως κοινωνία τείνουμε να ζητούμε από τους ανθρώπους ενέργειες που εμπεριέχουν υψηλό ρίσκο, ενέργειες για επίτευξη δύσκολων στόχων, ακόμη και εάν αυτοί φαντάζουν αδύνατοι. Άλλωστε, χωρίς ρίσκο η πρόοδος δεν μπορεί να επιτευχθεί. Ωστόσο, είναι ο τρόπος με τον οποίο καταβάλλουν αυτή την προσπάθεια που έχει σημασία και κάνει τη διαφορά.
Πριν από 155 χρόνια, και συγκεκριμένα το έτος 1864, στη Βοστώνη και στο νοσοκομείο Mass General Hospital, στο χειρουργικό αμφιθέατρο του κτιρίου Bulfinch πραγματοποιήθηκε η πρώτη επέμβαση με γενική αναισθησία.
Προς έκπληξη του κοινού που την παρακολουθούσε, ο ασθενής, Edwart G. Abbott ο οποίος είχε διαγνωστεί προηγουμένως με όγκο στον λαιμό έπειτα από την χορήγηση αιθέρα από τους γιατρούς δε έκλαιγε από τον πόνο όπως συνέβαινε σε τέτοιες περιπτώσεις.
Και εκεί, μέσα στην αίθουσα αυτή που έμεινε γνωστή έκτοτε ως Ether Dome, γράφτηκε η ιστορία της πρώτης, δημόσιας, χωρίς πόνο χειρουργικής επέμβασης.
Έκτοτε, η επιστήμη και η χειρουργική εξελίχθηκε ραγδαία και φάνηκε πως ένας σημαντικός τρόπος να μειωθούν οι θάνατοι από επεμβάσεις, ήταν η εισαγωγή τρόπων μείωσης του ρίσκου όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά δηλαδή, η εισαγωγή:
- Εξειδίκευσης
- Καλύτερου προγραμματισμού και
- Τεχνολογίας
Με την εισαγωγή των παραπάνω τρόπων στην ιατρική πρακτική σήμερα, οι περισσότερες επεμβάσεις, έχουν γίνει τόσο ασφαλείς που είναι επεμβάσεις ημέρας, με τον ασθενή να πηγαίνει σπίτι του ήδη από το μεσημέρι.
Αυτό όμως που διαφοροποιεί τα καλά από τα μέτρια νοσοκομεία δεν είναι η δουλειά που τα πρώτα έχουν κάνει στο να ελέγχουν και να περιορίζουν τους κινδύνους καθώς, από έρευνες που έχουν γίνει είναι ξεκάθαρο πως οι δείκτες επιπλοκών στα άριστα νοσοκομεία είναι σχεδόν ίδιοι με αυτών των μέτριων νοσοκομείων.
Εκείνο που διαφοροποιεί τα άριστα νοσοκομεία από τα άλλα, είναι η εξαιρετική τους ετοιμότητα και ικανότητα να σώζουν ανθρώπους όταν εκείνοι παρουσιάζουν κάποια επιπλοκή-η ικανότητά τους, με άλλα λόγια, να αποτρέπουν την εξέλιξη των αποτυχιών σε καταστροφή.
Κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για τη φαρμακευτική αγορά, που είναι εξαιρετικά δυναμική δηλαδή, μέσα σε αυτή βλέπουμε διεργασίες όπως συγχωνεύσεις και εξαγωγές, συμφωνίες licensing-in και licensing-out, παράλληλες εξαγωγές και τον συναγωνισμό πρωτοτύπων και γενοσήμων φαρμάκων.
Το risk management, η αντανάκλαση δηλαδή όλων των ενεργειών αποτροπής της εξέλιξης των κινδύνων σε αποτυχία και, κατ’επέκταση σε καταστροφή, σε έναν οικονομικό ορισμό,δεν έρχεται να αποφύγει τα ίδια τα προβλήματα αλλά τις τρεις παρακάτω παγίδες αντιμετώπισής τους, δηλαδή:
-Την ύπαρξη ενός λάθος σχεδίου
-Την ύπαρξη ενός μη επαρκούς σχεδίου και
-Τη μη ύπαρξη σχεδίου
Γιατί αυτές, αποτελούν το διαχωρισμό του θριάμβου από την αποτυχία τόσο μιας επιχείρησης όσο και ενός γιατρού.
Ποια είναι αυτή; Η δεξιοτεχνία τους στη διάσωση παρά τους κινδύνους.